top of page
  • Εικόνα συγγραφέαenvinow.gr

Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος: Πολλαπλά τα οφέλη από τη μετάβαση σε ΑΠΕ



Η αυξημένη χρήση της ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, όχι μόνο μείωσε τις πιέσεις που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή, αλλά και με την ατμοσφαιρική ρύπανση και τη ρύπανση των υδάτων (σχηματισμός σωματιδίων, ευτροφισμός, κτλ), σύμφωνα με ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) που δημοσιεύθηκε την προηγούμενη εβδομάδα.


Πιο στοχευμένες δράσεις μπορούν να βοηθήσουν στην ελαχιστοποίηση των αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την ενίσχυση της παροχής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.


Σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), η αύξηση της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές όπως η ηλιακή, η αιολική και η βιομάζα, είχαν μειώσει, έως το 2018, σημαντικά τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, σύμφωνα με την ενημέρωση του ΕΟΠ για την ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια.


Η αξιολόγηση, η οποία βασίζεται σε δύο μεγαλύτερες εκθέσεις που έγιναν για τον ΕΟΠ, παρουσιάζει μια λεπτομερή ανάλυση του κύκλου ζωής των παγκόσμιων αλλαγών στις συνολικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις που συνδέονται με τις τάσεις στο μείγμα ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ μεταξύ 2005 και 2018, ιδίως τη στροφή προς την αύξηση των μεριδίων ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας.


Για τις περισσότερες από τις κατηγορίες επιπτώσεων που διερευνήθηκαν, η μετάβαση από ορυκτά καύσιμα σε ανανεώσιμες πηγές ηλεκτρικής ενέργειας στα κράτη μέλη της ΕΕ είχε ως αποτέλεσμα σαφείς βελτιώσεις το 2018, σε σύγκριση με το 2005. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η ένταση αντίκτυπου της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα είναι σημαντικά μεγαλύτερη από εκείνη του ανανεώσιμη ενέργεια.


Η ενημέρωση δείχνει επίσης ότι η παρακολούθηση και οι στοχευμένες δράσεις μπορούν να βοηθήσουν στην ελαχιστοποίηση ορισμένων δυσμενών επιπτώσεων αυτής της μετάβασης, ιδίως εκείνων που αφορούν την οικοτοξικότητα γλυκών υδάτων και το έδαφος. Οι δράσεις πρέπει να επικεντρωθούν στη μείωση των επιπτώσεων που συνδέονται με την προμήθεια υλικών και τις διαδικασίες παραγωγής σε διάφορες αλυσίδες εφοδιασμού (π.χ. για φωτοβολταϊκές μονάδες και καύσιμα βιομάζας), μαζί με βελτιώσεις στην ενεργειακή απόδοση και την αποδοτικότητα των πόρων.


Τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε επίπεδο ΕΕ το 2019 ήταν λιγότερο από μισή εκατοστιαία μονάδα χαμηλότερο από τον δεσμευτικό στόχο 20% για το 2020. Στο 34% του συνόλου της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, η ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια έχει σχεδόν διπλασιαστεί από το 2005 και ο άνθρακας δεν προμηθεύει πλέον το μεγαλύτερο μέρος της ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ.


Ωστόσο, τα ορυκτά καύσιμα παράγουν περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια συνολικά (38% της συνολικής παραγωγής το 2019) από τις ανανεώσιμες πηγές. Με εγκαταστάσεις που βασίζονται στην καύση να κυριαρχούν στο μείγμα ισχύος, ο τομέας ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ είναι υπεύθυνος για σχεδόν το ένα τέταρτο όλων των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου στην ΕΕ.


Η πλήρης εφαρμογή των εθνικών σχεδίων για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030 θα επέτρεπε στην ΕΕ να υπερβεί τους τρέχοντες στόχους της για το κλίμα και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για το 2030. Ωστόσο, μια τέτοια πρόοδος παραμένει ανεπαρκής για την επίτευξη υψηλότερου στόχου για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2030 ή για την επίτευξη ουδετερότητας του κλίματος έως το 2050. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα πρέπει να αυξηθούν σε πάνω από 80% έως το 2050 για να ανταποκριθούν σε αυτές τις δεσμεύσεις.

bottom of page