Το WWF Ελλάς σύμφωνα με κείμενο που δημοσίευσε παρουσιάζει την κατάσταση με το θέμα της χρηματοδότησης για την δασοπυροπροστασία στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες. Ακόμα, τονίζει ότι «πρόκειται για μια ιστορία έλλειψης συνέπειας, απουσίας συνέχειας και αδυναμίας πρόληψης που οδηγεί διαχρονικά σε καμένη γη».
Κατά τη διάρκεια συζητήσεων με το Mεσογειακό Ινστιτούτο Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (MIIR), για τις ανάγκες της έρευνας για την καταγραφή των πόρων που δαπανά η χώρα για την πρόληψη αλλά και την καταστολή δασικών πυρκαγιών, και η οποία υλοποιείται με το WWF Ελλάς στο πλαίσιο του προγράμματος Active Citizens Fund των EEA Grant, παρουσιάστηκαν τα κυριότερα προβλήματα.
Σύμφωνα με ερευνητές, ειδικούς και εμπλεκόμενους στους δαιδαλώδεις μηχανισμούς τις δασοπυροπροστασίας, τα βασικά προβλήματα εντοπίζονται στα εξής κυρίως σημεία:
στην κατανομή πόρων και αρμοδιοτήτων των κρατικών φορέων
στην έλλειψη συνέχειας στη νομοθέτηση, αλλά και
στην απουσία χάραξης ενιαίας, διαχρονικής στρατηγικής και
εφαρμογής των μέτρων δασοπυροπροστασίας, η οποία συναντά πολλά κενά στον έλεγχο της χρηστής διανομής και αξιοποίησης του δημοσίου χρήματος.
Παρατίθεται ολόκληρη η ανακοίνωση του WWF Ελλάς:
Στρεβλά κριτήρια χρηματοδότησης
Ιδιαίτερα σοβαρά είναι τα ερωτήματα που ανακύπτουν όσον αφορά τα κριτήρια με τα οποία η κεντρική διοίκηση διανέμει τα κρατικά κονδύλια στους Δήμους για την πυροπροστασία και για την επάρκεια του ελέγχου που διενεργεί κατόπιν για τον τρόπο που δαπανήθηκαν.
Μέσα από την έρευνα και τις συνεντεύξεις με επιστήμονες και εξειδικευμένους υπάλληλους στον τομέα της πολιτικής προστασίας των ΟΤΑ Α’ και Β’ βαθμού, εντοπίσαμε περιπτώσεις στρεβλής κατανομής πόρων στην τοπική αυτοδιοίκηση, που έχουν ως αποτέλεσμα την υποχρηματοδότηση περιοχών με μεγάλες δασικές εκτάσεις και υψηλή επικινδυνότητα για την εμφάνιση πυρκαγιάς, αλλά και το αντίθετο: την υπερχρηματοδότηση περιοχών που λόγω γεωγραφίας αλλά και επικινδυνότητας δεν έχουν μεγάλες ανάγκες αντιπυρικής προστασίας. Φαίνεται να είναι κοινός τόπος πως η κρατική δαπάνη για τη δασοπυροπροστασία χρησιμοποιείται συχνά από τους λήπτες για τη χρηματοδότηση άλλων δραστηριοτήτων της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Άτομα με σημαντική εμπειρία στον χώρο της Πολιτικής Προστασίας επεσήμαναν στο MIIR την ανάγκη η διανομή να ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες των δήμων, καθώς και την κρίσιμη σημασία που έχει ο έλεγχος της αξιοποίησης των δοθέντων πόρων. Προκαλεί σοβαρό προβληματισμό, ακόμη, το γεγονός ότι ο έλεγχος της διάθεσης και της ορθής δαπάνης των πόρων από τους Δήμους ανήκει στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση, της οποίας ο ρόλος εμφανίζεται ασθενικός.
Οι ευθύνες των Δήμων
Την ίδια στιγμή οι Δήμοι, που στην πλειοψηφία τους δεν διαθέτουν αντιπυρικά σχέδια, δεν φαίνεται να μεριμνούν με συνέπεια ούτε για τη δημιουργία αυτοτελών τμημάτων πολιτικής προστασίας, παρότι με τον νέο νόμο 4662/2020 υποχρεούνται να το πράξουν, ενώ και στις περιπτώσεις που αυτά υφίστανται, όπως περιέγραψαν εργαζόμενοι σε αυτά, συνήθως είναι υποστελεχωμένα και δεν μπορούν να ανταποκριθούν στο έργο τους.
Η αντιμετώπιση και η αποκατάσταση των επιπτώσεων των δασικών πυρκαγιών είναι στάδια που φαίνεται πως διαχρονικά προτιμώνται από την κρατική στρατηγική, δίνοντας στην πρόληψη μικρότερη σημασία. Ωστόσο, σύμφωνα με τους ειδικούς των δασικών πυρκαγιών που συνομίλησαν με το MIIR στο πλαίσιο της κοινής έρευνας με το WWF, είναι αυτό ακριβώς το στάδιο που είναι και το κρισιμότερο στη μάχη της φωτιάς που νικιέται καλύτερα πριν ξεσπάσει.
Διπλάσιο το κόστος της δασοπυρόσβεσης συγκριτικά με την πρόληψη
Κι ενώ τα πρώτα στοιχεία δείχνουν πώς ένα μικρό μέρος του προϋπολογισμού αφιερώνεται στην πρόληψη των δασικών πυρκαγιών, την ίδια στιγμή η δασοπυρόσβεση παραμένει πολυδάπανη. Χωρίς να υπάρχει ως τώρα καμία επίσημη καταγραφή του συνολικού κόστους ή κάποια σχετική μελέτη κόστους-οφέλους, οι ενδείξεις από εκθέσεις ειδικών ή επιτροπών που έχουν ερευνήσει το ζήτημα στο παρελθόν είναι ότι το συνολικό κόστος της καταστολής των πυρκαγιών είναι τουλάχιστον διπλάσιο του κόστους πρόληψης, ενώ κάθε δασική πυρκαγιά έχει σημαντικά υψηλό κόστος για κάθε Έλληνα πολίτη. Η κατάσταση, όπως φαίνεται από την έρευνά μας, δεν μοιάζει να έχει αλλάξει μέχρι σήμερα.
Τα παραπάνω παραδείγματα μας δείχνουν δύο πράγματα. Πρώτον, χρειάζεται να επανεξεταστεί η κατανομή και διαχείριση των εθνικών κονδυλίων των δασικών πυρκαγιών, και δεύτερον, απαιτείται, όπως δείχνουν τα πρώτα ευρήματα της έρευνας, στοχευμένη ποσοτική ενίσχυση στον τομέα της πρόληψης.
Αν δεν συνδέσουμε την τεκμηρίωση της σκοπιμότητας με τις δράσεις θα είναι σαν να ρίχνουμε διαρκώς χρήματα σε ένα τρύπιο βαρέλι. Και αν δεν ενισχύσουμε τομείς όπως η δασική διαχείριση, η υλοποίηση των αντιπυρικών σχεδίων και η κατάρτιση του προσωπικού πολιτικής προστασίας, ο στόχος της μείωσης της έντασης και της έκτασης των δασικών πυρκαγιών, ειδικά υπό το πρίσμα της δυναμικής της κλιματικής αλλαγής, θα μείνει κενό γράμμα.
Οι δημόσιες στρατηγικές εξακολουθούν λοιπόν, και παρά τις εκκλήσεις των ειδικών, να υπολείπονται σημαντικά στην απορρόφηση εθνικών και ευρωπαϊκών πόρων με έναν πιο δημιουργικό, παραγωγικό και συστηματικό τρόπο στο έργο της πρόληψης των δασικών πυρκαγιών.
Τα στοιχεία αυτά ζωγραφίζουν με μελανά χρώματα την υφιστάμενη κατάσταση στο πεδίο της πυροπροστασίας των ελληνικών δασών και καθιστούν αναγκαία τόσο την επανεξέταση της διανομής και του τρόπου ελέγχου της αξιοποίησης των πόρων, όσο και τη χάραξη διαφορετικής πολιτικής, προκειμένου να αποφευχθεί η διαιώνιση του φαινομένου των καταστροφικών δασικών πυρκαγιών στην Ελλάδα.
Comments