top of page
  • Εικόνα συγγραφέαenvinow.gr

Πλημμυρική διακινδύνευση στην Ελλάδα


Ήταν το 2007 όταν έπειτα από την οδηγία 2007/60/ΕΚ της Ευρωπαϊκής ένωσης ξεκίνησε στην Ελλάδα μία μελέτη για την αντιμετώπιση των πλημμυρικών φαινομένων. Η μελέτη αυτή που έχει ολοκληρωθεί, συμπεριλάμβανε μία προκαταρκτική αξιολόγηση των κινδύνων πλημμύρας, την δημιουργία χαρτών επικινδυνότητας και κινδύνων σε όλη την επικράτεια, με τελικό στάδιο, σχέδια διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας. Δυστυχώς παρά αυτήν την μεγάλη προσπάθεια παρατηρούμε ακόμη περιπτώσεις σημαντικών πλημμυρών σε όλη την Ελλάδα. Ένας λόγος που συμβαίνει αυτό είναι επειδή τα αντιπλημμυρικά έργα είναι σχεδιασμένα με όχι αρκετά μεγάλη περίοδο επαναφοράς, δηλαδή έως και 50 χρόνια. Δεδομένα από το meteo μας δείχνουν πως αυτή η προσέγγιση δεν είναι αρκετή. Ας δούμε την κατάσταση λίγο αναλυτικότερα, για να διευκρινίσουμε και ποιοι είναι οι παράγοντες που ευθύνονται για τις πλημμύρες.

Όλα ξεκινούν από την ατμόσφαιρα. Εκεί συμβαίνουν διάφορα καιρικά φαινόμενα που επιδρούν στο περιβάλλον. Το περιβάλλον μπορεί να είναι είτε φυσικό είτε δομημένο. Το φυσικό περιβάλλον έχει διάφορα χαρακτηριστικά που τροποποιούνται με την ανθρώπινη παρέμβαση, δηλαδή το δομημένο ασκεί πιέσεις στο φυσικό. Κάπου σε αυτό το σημείο υπάρχει και επηρεάζει την κατάσταση σημαντικά η κλιματική αλλαγή που οξύνει τα καιρικά φαινόμενα και τις επιδράσεις τους στο περιβάλλον, ενώ ταυτόχρονα αποπροσανατολίζει την αντιμετώπιση τους. Το περιβάλλον, εξαιτίας των επιδράσεων που δέχεται επιδρά στην κοινωνία, και ιδιαίτερα στις ευάλωτες περιοχές. Ευάλωτες περιοχές είναι συνήθως αυτές που ανήκουν σε δομημένο περιβάλλον που έχει ασκήσει μεγάλη πίεση στο φυσικό. Η ίδια η κοινωνία προσπαθεί να μετριάσει τις επιπτώσεις μέσω έργων και δράσεων θεσμικών, τεχνολογικών, οικονομικών κ.α.

Στην συνέχεια έχουμε τα φυσιογραφικά και τα δημογραφικά δεδομένα της χώρας. Η Ελλάδα φυσιογραφικά έχει σε αρκετές περιπτώσεις ένα κατακερματισμένο φυσικό περιβάλλον με μικρές λεκάνες απορροής που με τα έως τώρα δεδομένα φαίνεται να δέχεται κυρίως πλημμύρες με απόκριση της ώρας, ταχυπλημμύρες. Δημογραφικά, συμπεριλαμβάνει κυρίως μικρούς οικισμούς με χαμηλή διακινδύνευση, καθώς οι κάτοικοι σε αυτές τις περιπτώσεις έχουν χτίσει μακριά από ρέματα. Μεγάλη πλημμυρική διακινδύνευση έχουμε στις αντίστοιχες περιοχές όπου υπάρχει οικιστικό κομμάτι σε ρέματα, αλλά και σε αστικές και παραθαλάσσιες περιοχές όπου τα οικονομικά συμφέροντα εξαιτίας της εμπορικής αξίας της γης οδήγησαν σε φυσικές παραβιάσεις. Γενικά, με βάση ενδεικτικά απογραφικά στοιχεία, ο αριθμός των οικισμών με μεγάλη διακινδύνευση κυμαίνεται στους 500. Σε αυτό το σημείο έρχονται τα γεγονότα που μας δείχνουν πως τα υπάρχοντα κριτήρια αντιπλημμυρικού σχεδιασμού δεν είναι επαρκή για την αντιμετώπιση των πλημμυρών στην χώρα. Κατά μέσο όρο, 10 πλημμυρικά επεισόδια το χρόνο θα ξεπερνούν την πλημμύρα σχεδιασμού σε κάποιους από τους 500 οικισμούς ενώ μία τουλάχιστον πλημμύρα με περίοδο επαναφοράς 500 ετών θα συμβαίνει. Όπως καταλαβαίνεται, όταν μιλάμε για πλημμύρες με περίοδο επαναφοράς μεγαλύτερη των 50 χρόνων, είναι σχεδόν σίγουρο πως μιλάμε δυστυχώς και για θύματα των οποίων ο αριθμός ανά χρόνο δεν είναι μικρός, όπως μας ενημερώνουν τα δεδομένα από την υπηρεσία του meteo που έχει καταγράψει όλες τις περιπτώσεις πλημμυρών.



Ένας άλλος λόγος που υπάρχει το θέμα των πλημμυρών είναι η απουσία προοπτικού σχεδιασμού. Δηλαδή, η δημιουργία αστικού στοιχείου χωρίς τον σχεδιασμό και την διαχείριση του υδάτινου παράγοντα με βάση την προοπτική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Αττική, με πρωταγωνιστή την Αθήνα. Η Αθήνα είναι μια πόλη που μεγάλωσε απότομα από το 1950 μέχρι το 1990. Κατά αυτή την περίοδο, είναι εμφανές με βάση το σημερινό αποτέλεσμα, πως δεν υπήρχε ούτε η απαραίτητη γνώση αλλά ούτε και η διάθεση για αστικό σχεδιασμό που θα σεβόταν και θα διαχειρίζονταν κατάλληλα το υδάτινο δίκτυο. Ρέματα μπαζώθηκαν και αστικοποιήθηκαν μέσα από έργα χωρίς στοιχεία αειφορίας που έδωσαν τότε λανθασμένα την εντύπωση πως ο κίνδυνος για πλημμύρες έχει εξαλειφθεί.



bottom of page