του Γεώργιου Καρακατσάνη*
Ένα ζήτημα που έχει προκύψει στον χώρο των νεοφυών επιχειρήσεων περιβαλλοντικής τεχνολογίας (GreenTech) είναι η ορθή και στοχευμένη αξιολόγησή τους. Πληθώρα επιχειρήσεων που έχουν να προτείνουν μια τεράστιας προστιθέμενης αξίας λύση υλισμικού ή λογισμικού για την «Αειφορία» (Sustainability) -πόσο μάλλον και τα δύο- αξιολογούνται συχνά με κριτήρια που δεν συμπεριλαμβάνουν καν τις βασικές πτυχές των φυσικών επιστημών και της οικονομικής των φυσικών πόρων. Κι όμως, το ζητούμενο είναι ακριβώς αυτό· η ορθή τιμολόγηση σε νομισματικές μονάδες (χρήμα) των περιβαλλοντικών οφελών που προκύπτουν από την εφαρμογή μιας νέας οικολογικής βιομηχανικής διεργασίας ή ενός οικολογικού επιχειρηματικού μοντέλου. Το πιο συχνό παράγωγο αυτής της κατάστασης είναι το -κατά τ’ άλλα ιδιαίτερα δημιουργικό, συνθετικό κι απαιτητικό τεχνικά- πεδίο του “Sustainability” να μετατρέπεται σε ένα απλό επικοινωνιακό προσάρτημα, συνοδευόμενο από τα απαραίτητα λεκτικά αξεσουάρ, όπως η «μείωση CO2» και η «Κυκλική Οικονομία», ώστε σε κάποιον βαθμό να απωθεί κι εκείνους που κάποτε ξεκίνησαν να ασχολούνται με μεγάλο ενθουσιασμό με αυτό το πεδίο.
Καλπάζοντας με «βαρίδια»
Άραγε πόσα συστήματα αξιολογήσεων συμπεριλαμβάνουν έννοιες όπως η θερμική μηχανή, οι βιογεωχημικοί κύκλοι και η Ανάλυση Κύκλου Ζωής, ώστε να αντιλαμβάνονται γιατί ο όρος «μηδενικά απόβλητα» (zero wastes) που χρησιμοποιείται συχνά είναι εκτός πραγματικότητας;
Κι αν αυτά τα στοιχεία λίγα τυποποιημένα συστήματα μπορούν να τα αξιολογήσουν, ακόμη λιγότερα δείχνουν προθυμία και προοπτικές να ανασχεδιαστούν με στόχο να αναβαθμίσουν την ποιότητα των αξιολογήσεων τους για τον συγκεκριμένο κρίσιμο κλάδο. Η πλειονότητα των συστημάτων αξιολόγησης βασίζεται μια «τυποποιημένη λίστα κριτηρίων» δια πάσα χρήση και πάσα εταιρεία. Ωστόσο, λόγω των ιδιαιτεροτήτων που έχει ο κλάδος της οικολογικής επιχειρηματικότητας, καταλήγει να αδικείται, εφόσον διαθέτει ένα απόθεμα πλεονεκτημάτων και λύσεων που η «γλώσσα» του συστήματος αξιολόγησης αδυνατεί να μεταφράσει. Ακόμη κι όταν γίνεται φιλότιμο έργο από τις επιχειρήσεις να κατανοηθούν τα περιβαλλοντικά οφέλη της λύσης τους με απλά χρηματοοικονομικά μεγέθη, αυτά συνήθως αντιμετωπίζονται με δυσπιστία. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα ευνοηθούν κάποιες απλές και κατανοητές «νέες» εφαρμογές (apps), π.χ. για πιο «οικολογικές» κι «έξυπνες» αγορές, μετακινήσεις, διαβίωση κλπ., παρά λύσεις, ευρεσιτεχνίες και πρωτοποριακά επιχειρηματικά μοντέλα που θα μπορούσαν να αλλάξουν από τα θεμέλια την δομή της διεθνούς οικονομίας.
Ενδεικτικά πεδία περιβαλλοντικής έρευνας, τεχνολογίας κι επιχειρηματικότητας αιχμής αυτήν την στιγμή είναι η δέσμευση κι αξιοποίηση του διοξειδίου του άνθρακα, η παραγωγή οικιακού εδαφοβελτιωτικού, οι αστικές καλλιέργειες, οι εφαρμογές Διαδικτύου των Πραγμάτων (IoT) στην διαφάνεια παραγωγής βιομηχανικών υγρών αποβλήτων, οι αισθητήρες διαλογής των οργανικών κι ανόργανων στερεών απορριμμάτων για την φθηνότερη και υψηλότερη ποσότητα ανακύκλωσής τους, οι ψηφιακές αγορές δευτερογενών υλικών και η ανάκτηση των θρεπτικών στοιχείων από τα αστικά λύματα με παράλληλη επαναχρησιμοποίηση νερού. Κι όμως, ενώ συχνά «διυλίζεται ο κώνωπας» για επιχειρηματικές ομάδες που έχουν να επιδείξουν σημαντικά επιτεύγματα και ποιοτικά πλεονεκτήματα σε αυτά τα πεδία, «καταπίνεται η κάμηλος» για ψηφιακές εφαρμογές που η περιβαλλοντική αποτελεσματικότητα, εμπορική βαρύτητα και διάρκειά τους είναι εξαιρετικά αμφίβολες.
Are you truly “GreenTech”? A business identity check
Από την άλλη πλευρά, παρατηρείται και σημαντική αστοχία στην απόδοση της ταυτότητας “GreenTech”. Πολλές νεοφυείς επιχειρήσεις, έχουν αναπτύξει ιδιαίτερα προχωρημένες τεχνολογίες και (ψηφιακές κυρίως) λύσεις -και μάλιστα με ισχυρό επιστημονικό περιεχόμενο. Ωστόσο, παρατηρείται συχνά απλώς να «τραβούν από τα μαλλιά» την όποια λύση διαθέτουν προκειμένου να λάβουν το παράσημο του “green”, έστω κι αν το περιβαλλοντικό σκέλος συνιστά απλώς μια πτυχή του προϊόντος τους κι όχι τον κεντρικό στόχο. Αυτό γίνεται είτε από λανθασμένη καθοδήγηση ή απλώς με κίνητρο την ένταξη σε ένα σχετικά αχαρτογράφητο πεδίο που υπόσχεται πλούσια δημόσια κα ιδιωτική χρηματοδότηση.
Περαιτέρω, διαπιστώνεται ότι πολλές ετερόκλητες εφαρμογές που βρίσκονται υπό την σκέπη του “green”, έχουν τελικά το ίδιο ακριβώς κοινό -ωσάν αυτό το κοινό να είναι πρόθυμο να χρησιμοποιήσει όλες τις εφαρμογές που του απευθύνονται. Κι όμως εδώ βρίσκεται η πηγή ενός σημαντικού εμποδίου που αναπόφευκτα θα αποκαλυφθεί την κρίσιμη στιγμή της πραγματικής (κι όχι πιλοτικής) πώλησης. Αρκεί απλά να αναρωτηθούμε «πόσες διαφορετικές ψηφιακές εφαρμογές έχει πρόθεση και χρόνο ένας καταναλωτής να χρησιμοποιήσει πραγματικά μέσα στην ημέρα του»; Διότι αν όλο αυτό το κοινό πελατολόγιο είναι απρόθυμο να χρησιμοποιήσει πάνω από 2-3 “green” εφαρμογές από την πλημμυρίδα του συνόλου σήμερα, τότε οι περισσότερες από αυτές απλά θα υπολείπονται εμπορικά. Πόσο μάλλον όταν ένα πιο ειδικό θέμα αφορά στο περιβαλλοντικό κόστος της μεγάλης κλίμακας ψηφιοποίησης -η οποία προβάλλεται ως λύση εξοικονόμησης φυσικών πόρων (κυρίως ξυλείας). Ωστόσο, υπάρχουν ελάχιστες επιχειρήσεις που υπολογίζουν κι αναφέρουν αυτό το κόστος σε σχέση με τα οφέλη του.
Γνώριμες ιδέες, νέες συνθήκες
Η αγορά της περιβαλλοντικής τεχνολογίας είναι σήμερα πιο πρόθυμη από ποτέ να αφήσει την πρωτοβουλία σε ταλαντούχους επιστήμονες κι επιχειρηματίες να λάβουν τα ηνία της νέας βιο-οικονομίας. Κι αν το πρώτο πρόσωπο που σκέφτονται κάποιοι είναι ο Elon Musk, ας υπενθυμιστεί πως όταν ο Henry Ford ερωτήθηκε για τις προτιμήσεις της αγοράς, δήλωσε γλαφυρά ότι «αν άκουγα ακριβώς αυτό που δήλωνε ότι ήθελε ο κόσμος για τις μετακινήσεις του, θα του προσέφερα αντί για το αυτοκίνητο απλώς πιο γρήγορα άλογα». Μάλιστα είναι σχετικά άγνωστο πως ο Ford έχει καταγραφεί ως ένας από τους πρωτοπόρους του “GreenTech”, καθώς είχε κατασκευάσει ένα πρωτότυπο βιο-πλαστικό αμάξωμα με βάση την σόγια. Για να πείσει τους επικριτές του που τον χλεύαζαν για την ιδέα του, οργάνωνε επιδείξεις όπου χτυπούσε αυτό το αμάξωμα μανιωδώς με ένα τσεκούρι προκειμένου να αποδείξει την ελαστικότητα κι αντοχή του. Κι όμως, σήμερα μετά από έναν αιώνα, η ανάπτυξη κελυφών από βιο-υλικά για την βιομηχανία και τις μεταφορές συνιστά έναν από τους σημαντικότερους πυλώνες της καινοτομίας στην περιβαλλοντική τεχνολογία.
Ευρισκόμενοι σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι για την μελλοντική πορεία της βιο-οικονομίας αναδύονται 3 σημαντικά θέματα για τις νεοφυείς επιχειρήσεις περιβαλλοντικής τεχνολογίας που με τις γνώσεις τους μπορούν να λειτουργήσουν ως καταλύτες κι επιταχυντές των εξελίξεων:
Η αξιολόγηση της ταυτότητας των επιχειρήσεων, ώστε να αποφεύγεται η σύγχυση για το τι ορίζεται ως “GreenTech” κι ο κλάδος να δυναμώσει με την χρηματοδότηση των λύσεων μεγάλης βαρύτητας.
Η επέκταση των κριτηρίων αξιολόγησης της περιβαλλοντικής λύσης πέρα από τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, σε πεδία όπως η υδατική ρύπανση, η υγεία των οικοσυστημάτων και οι χρήσεις γης.
Η ολοκληρωμένη αξιολόγηση των λύσεων των επιχειρήσεων με κριτήρια περιβαλλοντικού κόστους-οφέλους σε επίπεδο κύκλου ζωής αντί της αναφοράς μόνον του οφέλους και μόνον για ένα επιλεγμένο στάδιο του κύκλου ζωής.
*O Γεώργιος Καρακατσάνης είναι Συνιδρυτής και Διαχειριστής της EVOTROPIA Ecological Finance Architectures P.C.; g.karakatsanis@evotropia.com
Comments