Σε μια εποχή που η πανδημία έχει προκαλέσει σημαντική μείωση στη ζήτηση για μεταφορές, είναι ευκαιρία να πραγματοποιηθούν ριζικές αλλαγές οι οποίες θα στοχεύουν στην πρόληψη μελλοντικών προβλημάτων στο συγκεκριμένο τομέα. Είναι γεγονός πως η συνεχής και ραγδαία αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού πρόκειται να επιφέρει ανάλογη αύξηση της ζήτησης για κινητικότητα. Ειδικότερα, ο ΟΗΕ αναμένει πως ο παγκόσμιος πληθυσμός θα φτάσει τα 9.7 δισεκατομμύρια μέχρι το 2050, ενώ παράλληλα εκτιμάται πως ο παγκόσμιος στόλος των προσωπικών οχημάτων θα αυξηθεί από τα 1.2 στα 1.6 δισεκατομμύρια μέχρι το 2040. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό πως είναι απαραίτητος ο μετασχηματισμός του υπάρχοντος μεταφορικού δικτύου με γνώμονα τις αρχές της βιώσιμης κινητικότητας, δηλαδή με βάση τους τρεις «πυλώνες» της βιώσιμης ανάπτυξης: το περιβάλλον, την οικονομία και την κοινωνία.
Εστιάζοντας στον περιβαλλοντικό τομέα, οι υπάρχουσες υποδομές των συστημάτων μεταφορών αποτελούν αξιοσημείωτη πηγή υποβάθμισής του. Συγκεκριμένα, υπολογίζεται πως το 28% του συνόλου των εκπομπών CO2 στην Ε.Ε. προέρχεται από τον τομέα των μεταφορών, εκ των οποίων το 85% αφορά στις οδικές μεταφορές. Επίσης, καταναλώνουν σημαντικούς αριθμούς φυσικών πόρων για την κίνησή τους, όπως φυσικό αέριο και πετρέλαιο, υλικά που πλέον εξαντλούνται με διπλάσιο ρυθμό από αυτόν που παράγονται.
Συνεπώς οι μεταρρυθμίσεις για την προώθηση της «πράσινης» βιώσιμης κινητικότητας κρίνονται πλέον αναγκαίες. Αρχικά, ο τομέας των μεταφορών συνιστά έναν από τους κλάδους που μπορούν να πρωτοστατήσουν στην ενεργειακή μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ). Ήδη τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα αποτελούν ένα σημαντικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, των οποίων η επιρροή πρόκειται να φανεί μακροπρόθεσμα, καθώς δεν υπάρχουν αρκετές υποδομές για να υποστηριχτεί αυτή η δράση. Επιπλέον, μια εξαιρετική λύση είναι η προώθηση ήπιων μορφών κινητικότητας, όπως ποδήλατο και περπάτημα, μέσα στις αστικές περιοχές, μέσω της δημιουργίας των κατάλληλων υποδομών και την παροχή των απαραίτητων κινήτρων.
Όσον αφορά τον οικονομικό τομέα, πρέπει να τεθούν κίνητρα τέτοια ώστε να υποστηρίξουν τους προαναφερθέντες στόχους. Προς το παρόν, τα συστήματα μεταφορών που αξιοποιούν κάποια μορφή ΑΠΕ είναι οικονομικώς δυσπρόσιτα προς την πλειοψηφία του πληθυσμού. Ένα σημαντικό βήμα λοιπόν αποτελεί η ώθηση των πολιτών σε αυτά τα μέσα μέσω της παροχής κάποιου οικονομικού κινήτρου που θα συνάδει με την οικονομική αβεβαιότητα που επικρατεί και θα επικρατεί στο μέλλον. Ακόμα, η οργάνωση κατάλληλων εμπορικών ζωνών στις αστικές περιοχές, οι οποίες θα εξυπηρετούν τους πολίτες σε επίπεδο γειτονιάς, μπορούν να προωθήσουν τις ήπιες μορφές κινητικότητας, καθώς δε θα προϋποθέτουν την χρήση κάποιου μέσου μεταφοράς για την πραγματοποίηση των καθημερινών αγορών.
Τελευταίος από τους τρεις «πυλώνες» της βιώσιμης ανάπτυξης αποτελεί ο κοινωνικός. Ο κατάλληλος σχεδιασμός της βιώσιμης αστικής κινητικότητας αναμένεται να βελτιώσει την ποιότητα ζωής των αστικών περιοχών. Κατάλληλος είναι ο σχεδιασμός που θα προσφέρει, μεταξύ άλλων, καλύτερη ποιότητα αέρα, απαλλαγμένη κατά ένα μεγάλο ποσοστό από τους ρύπους, βελτιωμένη οδική ασφάλεια, μέσω της αύξησης των ήπιων μορφών μετακίνησης, και σημαντική μείωση της αστικής ηχορύπανσης, πρόβλημα που μπορεί να προκαλέσει πολυάριθμες διαταραχές στην ανθρώπινη υγεία. Επιπλέον, η βιώσιμη κινητικότητα πρέπει να προωθεί την κοινωνική δικαιοσύνη, εξασφαλίζοντας ισοκατανομή του κόστους και των ωφελειών της μετακίνησης ανάμεσα στα διάφορα κοινωνικά στρώματα, αλλά και μεταξύ των ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων κρατών.
Η κινητικότητα, η οποία αποτελεί βασική οικιστική λειτουργία, είναι απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας. Επομένως, πρέπει να γίνει εκμετάλλευση νέων τεχνολογιών και επιχειρηματικών μοντέλων για την μετατροπή της κινητικότητας σε βιώσιμη στις αστικές περιοχές, αλλά και σε προσιτή στις πιο απομονωμένες, ώστε να πραγματοποιηθεί πρόληψη των περιβαλλοντικών, οικονομικών ή/και κοινωνικών προβλημάτων που προβλέπεται πως θα προκύψουν.
Comments