Πως οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας θα πρωταγωνιστήσουν στη ζωή και στη προστασία του περιβάλλοντος?
- envinow.gr
- 22 Ιουλ 2019
- διαβάστηκε 3 λεπτά
Έγινε ενημέρωση: 21 Οκτ 2019

Οι παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα άγγιξαν τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων επτά ετών κατά την διάρκεια του 2018, σύμφωνα με ετήσια έκθεση της BP για την ενέργεια.
Η αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης για ενέργεια οδήγησε σε άνοδο των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα, ενισχύοντας τις αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και εντείνοντας την κλιματική αλλαγή.
Η έκθεση της BP κατέδειξε ότι παρά την επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης που καταγράφεται παγκοσμίως, η ζήτηση για ενέργεια αυξήθηκε ταχέως το περασμένο έτος, με την Κίνα, την Ινδία και τις ΗΠΑ να αντιπροσωπεύουν τα 2/3 της αύξησης του 2,9%, η οποία σημειώθηκε στην παγκόσμια ενεργειακή κατανάλωση πέρυσι.
Ένα ενδιαφέρον, επίσης, εύρημα είναι ότι οι ασιατικές χώρες κατά την διάρκεια του περασμένου έτους κατανάλωσαν την διπλάσια ενέργεια από τις χώρες της βόρειας Αμερικής.
Αναφορικά με την κάλυψη των ενεργειακών τους αναγκών, οι χώρες της βόρειας Αμερικής υπολογίζεται ότι χρησιμοποίησαν κατά κύριο λόγο πετρέλαιο (45%), και ακολούθως φυσικό αέριο (36%), άνθρακα (14%) και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (5%). Ίδια εικόνα παρατηρείται και στις χώρες της κεντρικής και νότιας Αφρικής, καθώς και στην Ευρώπη.
Στον αντίποδα, οι χώρες της Ασίας και του Ειρηνικού χρησιμοποίησαν πρωτίστως άνθρακα (49%), ενώ ακολουθεί το πετρέλαιο (33%), το φυσικό αέριο (14%) και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (4%).
Εν μέσω κλιματικής αλλαγής και της ευρύτερης στροφής μακριά από τα ορυκτά καύσιμα και φιλικές προς το περιβάλλον ενεργειακές πηγές, έως το 2050 σχεδόν το ήμισυ της παγκόσμιας παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος θα προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές, καθώς μειώνεται σημαντικά το κόστος αιολικής και ηλιακής ενέργειας, συν το κόστος αποθήκευσης σε μπαταρίες.

Το μεγαλύτερο εμπόδιο στην χρήση των ΑΠΕ, εκείνο της αποθήκευσης, ίσως τελικά να πάψει να υφίσταται καθώς απ’ ό,τι φαίνεται τα δεδομένα αλλάζουν με ταχύτατους ρυθμούς. Το πρόβλημα της αποθήκευσης ενέργειας είναι ιδιαίτερα αισθητό στην Ελλάδα καθώς η χώρα βρίσκεται πίσω στον τομέα αυτό ενώ αντίθετα οι ΗΠΑ εδώ και χρόνια, ακόμη και σε επίπεδο ιδιωτικής χρήσης, έχουν απορροφήσει στο μέγιστο βαθμό όλες τις τεχνολογίες οι οποίες αφορούν στην αποθήκευση ενέργειας.
Οι μηχανικοί του MIT έχουν αναπτύξει ένα σύστημα αποθήκευσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως η ηλιακή και αιολική ενέργεια, το οποίο επιτρέπει την παράδοση αυτής της ενέργειας στο ηλεκτρικό δίκτυο. Το σύστημα μπορεί να σχεδιαστεί για να τροφοδοτεί μια μικρή πόλη όχι μόνο όταν υπάρχει άνεμος ή ηλιοφάνεια αλλά για όλο το 24ωρο λύνοντας ουσιαστικά το βασικό πρόβλημα χρήσης των ΑΠΕ.
Ο νέος σχεδιασμός αποθηκεύει θερμότητα που παράγεται από την πλεονάζουσα ενέργεια από ηλιακή ή αιολική ενέργεια σε μεγάλες δεξαμενές κατασκευασμένες από γραφίτη που περιέχουν πυρίτιο.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι ένα τέτοιο σύστημα θα ήταν πολύ πιο προσιτό από ό,τι οι μπαταρίες ιόντων λιθίου, οι οποίες έχουν προταθεί ως μια βιώσιμη, αν και δαπανηρή, μέθοδος αποθήκευσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Εκτιμούν επίσης ότι το σύστημα θα κοστίσει περίπου το ήμισυ της αντλίας υδροηλεκτρικής αποθήκευσης και όπως υποστηρίζουν αποτελεί τη φθηνότερη μορφή αποθήκευσης ενέργειας σε κλίμακα μέχρι σήμερα.

Πέραν της στροφής προς τις ανανεώσιμες, μέσα στις τρεις επόμενες δεκαετίες προβλέπεται και 62% αύξηση της ζήτησης για ηλεκτρικό ρεύμα, με επενδύσεις 13,3 δισ. δολαρίων σε νέα Project, σύμφωνα με την έκθεση του BloombergNEF.
H σταδιακή μείωση της εξάρτησης από ορυκτά καύσιμα έχει τεράστιες επιπτώσεις στις ενεργειακές αγορές και στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Η αιολική, ηλιακή ενέργεια και η αποθήκευση σε μπαταρίες θα επιτρέψουν τη μείωση των εκπομπών ρύπων στα όρια που προβλέπει η Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα τουλάχιστον έως το 2030, σύμφωνα με το ΒNEF. Έπειτα όμως από αυτή την ημερομηνία, οι χώρες ανά τον κόσμο θα χρειασθούν άλλες τεχνολογίες για μεγαλύτερες μειώσεις στις εκπομπές ρύπων και με εύλογο κόστος, όπως επισημαίνει ο Ματίας Κίμελ, αναλυτής της έκθεσης.
Έως το 2050, οι αιολικές και ηλιακές πηγές θα καλύπτουν το 50% των παγκόσμιων ενεργειακών αναγκών, με τις υπόλοιπες ανανεώσιμες(όπως υδροηλεκτρική και πυρηνική) να αντιπροσωπεύουν το 21%, με βάση τα στοιχεία της BNEF. Η αύξηση της συμμετοχής των ανανεώσιμων είναι σε βάρος του άνθρακα, το μερίδιο του οποίου στο παγκόσμιο ενεργειακό μίγμα προβλέπεται να μειωθεί στο 12% το 2050 από 37% σήμερα.
Commentaires