του Χρήστου Καλαντζή
Σε όλους μας είναι γνωστή πλέον η επιθυμία αλλά και η τάση, όλων των ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών να μεταβούν στην οικονομία μηδενικής εκπομπής ανθράκων, από την μέχρι τώρα συμβατική οικονομία. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια βλέπουμε πολλά «κύματα» πρωτοβουλιών παγκοσμίως με πρωταγωνιστή την Ευρωπαϊκή Ένωση. Κατά την γνώμη των περισσότερων ειδικών όμως, τα μέτρα πολιτικής που έχουν θεσπιστεί μέχρι τώρα στα πλαίσια της ΕΕ δεν είναι αρκετά για να εμποδίσουν την αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους 1.5 °C από την έναρξη της βιομηχανικής περιόδου και ακολούθως δεν αρκούν για να περιοριστούν οι καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Για την λύση αυτού του ζητήματος υπολογίζεται πως θα χρειαστούν επενδύσεις σε ενέργεια και ανάλογες υποδομές του ύψους του 2.8 % του ευρωπαϊκού ΑΕΠ ή διαφορετικά, επενδύσεις της τάξεως του μισού τρις ευρώ ετησίως! Έτσι γεννάται το προφανές ερώτημα: ποιος θα χρηματοδοτήσει αυτή την ενεργειακή και οικονομική μετάβαση;
Πρώτα από όλα, όπως κάθε εξοικειωμένος με τα οικονομικά γνωρίζει, μία βασική πηγή χρηματοδότησης είναι η εξοικονόμηση δαπανών. Η υπεύθυνοι στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχουν ήδη προχωρήσει σε αντίστοιχους υπολογισμούς και έχει εκτιμηθεί πως μία οικονομία μηδενικών εκπομπών άνθρακα θα έχει ένα θετικό αποτύπωμα της τάξης του 2% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ μέχρι το 2050 μόνο από τον περιορισμό των εισαγωγών ενέργειας από τρίτους, που θα ανέλθει σε μερικά τρις ευρώ. Ακόμη το ισοζύγιο των θέσεων εργασίας θα είναι θετικό. Συγκεκριμένα ο αριθμός των θέσεων εργασίας που θα δημιουργηθούν, πλην τις θέσεις εργασίας που θα χαθούν, εκτιμάται στο συν 1 εκατομμύριο περίπου. Ακόμη, σημαντικά θετικές επιπτώσεις θα έχουμε και στο κόστος υγείας του ανθρώπινου δυναμικού, τόσο στο άμεσο (θεραπεία και αποκατάσταση) όσο και στο έμμεσο (κόστος ευκαιρίας από την μείωση παραγωγικότητας). Έτσι βλέπουμε πως η συνολική προσπάθεια θα απελευθερώσει την ανθρώπινη δυνατότητα, όσον αφορά την αγορά και την διαχείριση πόρων. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε πως μιλάμε για πράγματα καθαρά δυναμικού χαρακτήρα που εμείς οι ίδιοι χρειάζεται να μεταβάλλουμε οργανικά τα πρότυπα διαχείρισής τους, για να μπορέσουμε να τα αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά. Συνεχώς υπάρχουν νέες ατομικές, συλλογικές και κοινωνικές ανάγκες που απαιτούν νέα αντιμετώπιση σε επίπεδο οικονομικό και πολιτικό.
Συνεχίζοντας, θα αποφύγω να αναφερθώ σε ιδιωτικοοικονομικές επενδύσεις καθώς οι κεφαλαιακές αυτές κινήσεις εξαρτώνται από αρκετά δυναμικούς και πολύπλοκους συντελεστές ώστε δύσκολα να υπάρξουν αξιόπιστα στοιχεία προβλέψεων σε μακροπρόθεσμη βάση. Έτσι θα επικεντρωθούμε σε δημόσιες επενδύσεις, για τις οποίες στα πλαίσια της ΕΕ έχουν διεξαχθεί σημαντικές έρευνες τόσο για την ίδια την ένωση όσο και για τα κράτη - μέλη της. Ένα πρώτο σημαντικό εργαλείο είναι η ποσόστωση υπέρ δαπανών του προϋπολογισμού της ΕΕ που αφορούν την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Συγκεκριμένα η ποσόστωση αυτή σημαίνει την περιοριστική επιβολή ποσοστών σε κάποιες ενέργειες όπως οι εισαγωγές, εξαγωγές, παραγωγή κ.λπ. προς όφελος του ταμείου της ΕΕ για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής. Η αλήθεια είναι βέβαια πως στην εποχή μας ο επιπόλαιος φιλελευθερισμός έχει στιγματίσει αυτό το μέτρο ως υπερβολικά παρεμβατικό. Είναι όμως επίσης αλήθεια πως στα χέρια μίας αποτελεσματικής διοίκησης όπου προτεραιοποιείται η κοινή ωφέλεια, το εργαλείο αυτό φέρει θετικά αποτελέσματα. Ένα δεύτερο εξίσου σημαντικό εργαλείο είναι οι λεγόμενες αιρεσιμότητες στην χρήση των πόρων των ταμείων της ΕΕ. Με άλλα λόγια να θεσπιστούν προϋποθέσεις στους όρους των χρηματοδοτήσεων, κατάλληλες ώστε να λειτουργήσουν ως κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη καθαρών μορφών ενέργειας. Οικονομικές παροτρύνσεις τέτοιου είδους όχι μόνο θα συνδέσουν τις δημόσιες πολιτικές με την πράσινη οικονομία, αλλά έχουν την δυνατότητα να αλλάξουν σταδιακά και οργανικά την κοινωνία αλλάζοντας πρώτα την οικονομία. Το τρίτο και ίσως πιο παραδοσιακό εργαλείο είναι η δημιουργία ενός ειδικού ταμείου χρηματοδότησης. Μάλιστα μετά από πρόταση της Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δημιούργησε το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης του οποίου ο σκοπός είναι η ενίσχυση των περιοχών που εξαρτώνται έντονα από τον άνθρακα για την παραγωγή ενέργειας μέχρι και με 5 δις ευρώ χρηματοδοτήσεις. Τα χρήματα αυτά θα κατευθυνθούν κυρίως στην κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού για να ανταποκριθεί στις αλλαγές και στην ενίσχυση μικρομεσαίων επιχειρήσεων που αδυνατούν να επενδύσουν το απαραίτητο κεφάλαιο που απαιτείται για την απεξάρτηση τους από τον άνθρακα και την στροφή στις πράσινες ενέργειες.
Ο παγκόσμιος ιστός απαιτεί βασικές αλλαγές για να αντεπεξέλθει στις σύγχρονες απαιτήσεις. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει προνοήσει και έχει δημιουργήσει τον κατάλληλο χαρακτήρα για τις απαραίτητες πρωτοβουλίες ευελιξίας και προσαρμογής. Παρόλα αυτά, ο πλουραλισμός απόψεων και συμφερόντων (δημόσιων και ιδιωτικών) υπάρχει και πολλές φορές αποτελεί κίνδυνο για τον στρατηγικό σχεδιασμό που χρειάζεται. Για αυτό τον λόγο υπάρχουν συχνά διαφωνίες και έριδες που καθιστούν τις διαπραγματεύσεις για τις παραπάνω μεταρρυθμίσεις δύστροπες, και τις απαραίτητες διαβουλεύσεις και εφαρμογές αργές. Ανεξαρτήτως όμως των προβλημάτων, η Ευρώπη έχει μπει με σταθερότητα στις ράγες της ενεργειακής μετάβασης και απομένει μόνο να επιταχύνει.
Comments