top of page

Εθνική ενεργειακή αλλαγή

Εικόνα συγγραφέα: envinow.grenvinow.gr

Έγινε ενημέρωση: 20 Μαρ 2019


Στις 19 Μαρτίου του 2019 πραγματοποιήθηκε με μεγάλη επιτυχία το 1ο Συνέδριο Ενέργειας της Ναυτεμπορικής που αποδείχθηκε εκτός από πολύ ενδιαφέρον, και παραγωγικό. Με αφορμή αυτό, θα δούμε την θέση της χώρας μας για την αλλαγή του ενεργειακού μείγματος, όπως υποδηλώνει και ο υπότιτλος του συνεδρίου: «Αλλαγή τάσης στην ενέργεια».

Η Ελλάδα μεταβάλλεται τα τελευταία χρόνια σε έναν ενεργειακό κόμβο. Απόδειξη της θέσης αυτής είναι εγκατάσταση τεσσάρων αγωγών τα τελευταία χρόνια, με σημαντικότερους τον TAP και τον East Med, με μεγάλη πολιτική, οικονομική και ενεργειακή για την χώρα αξία. Παράλληλα πραγματοποιούνται ενεργειακές περιφερειακές συνεργασίες αλλά και έρευνες σε νέες πηγές ενέργειας για την χώρα, τους υδρογονάνθρακες. Παρόλα αυτά, η Ελλάδα δεν έχει πετύχει αρκετά και έχει μείνει αρκετά πίσω σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς η μεταβολή αυτή είναι αργή εξαιτίας της επίσης αργής διακυβέρνησης, αλλά και μη ομαλή καθώς όπως όλοι γνωρίζουμε η πολιτική αστάθεια είναι γεγονός στην χώρα μας. Μάλιστα μέσα στο 2019 αναμένεται πολιτική αλλαγή, η οποία ίσως επηρεάσει την τελευταία πολιτική της χώρας για το ενεργειακό ζήτημα. Αλλά ας αφήσουμε το αμφίβολο πολιτικό κομμάτι μαζί με τις πιθανολογίες και ας εστιάσουμε σε πιο «απτά» στοιχεία.

Η βασική προοπτική της χώρας είναι το λεγόμενο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα. Το σχέδιο αυτό, με βάση ευρωπαϊκά πρότυπα, έχει θέση στόχους μέχρι το 2030, για την επίτευξη των οποίων έχουν προγραμματιστεί επενδύσεις των 32 δις σύμφωνα με την τωρινή κυβέρνηση, όταν παράλληλα γίνεται λόγος και για μεγαλύτερο αριθμό. Κύριος στόχος είναι η «εκσυγχρόνιση» του εθνικού ενεργειακού μείγματος, δηλαδή η μετάβαση σε ένα ενεργειακό μείγμα όπου οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα έχουν κύριο τουλάχιστον ρόλο. Στα πλαίσια της παραπάνω προσπάθειας θα χρειαστεί η δημιουργία νέων πεδίων δραστηριοποίησης αλλά και η ενίσχυση των ήδη υπάρχοντων. Αυτό σημαίνει πως η βελτίωση των υποδομών, αλλά και η δημιουργία νέων είναι απαραίτητη, παράλληλα βέβαια με την στελέχωση των ανάλογων φορέων. Στα πλαίσια της ενίσχυσης και της δημιουργίας πεδίων δραστηριοποίησης, η χώρα μας έχει πλούσιο «υλικό» πηγών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας: Αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα που έχουν ήδη κάνει την εμφάνισή τους, βιομάζα από τις πολυάριθμες ελληνικές καλλιέργειες και όχι μόνο, δυνατότητες για υδροηλεκτρική και γεωθερμική ενέργεια που μας προσφέρει το πολύμορφο περιβάλλον της χώρας. Μάλιστα, υπό όρους και προϋποθέσεις, όπως είναι η κατάλληλη διακυβέρνηση και η αντίστοιχη ευρωπαϊκή πολιτική, ο ενεργειακός τομέας της χώρας θα μπορούσε να αποτελέσει το νέο παραγωγικό υπόβαθρο καθώς ήδη αποτελεί ίσως τον δυναμικότερο κλάδο. Σε όλη αυτή την προσπάθεια, καθοριστικό ρόλο έχει βέβαια και η αγορά.

Η αγορά σήμερα είναι ελεύθερη και απαιτητική, πράγμα που για τις εταιρίες παροχής ενέργειας σημαίνει πως χρειάζεται εξωστρέφεια (international trading) ενώ αρκετές φορές και παράλληλη παροχή περισσότερων από δύο ειδών ενέργειας. Ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας είναι και οι νομικές στρεβλώσεις που καθημερινά καλούνται να αντιμετωπίσουν. Είναι ξεκάθαρο πλέον πως οι συνθήκες είναι σύνθετες και εξηγούν μερικές αποτυχίες του παρελθόντος κατά τις επενδύσεις σε ΑΠΕ, όπως έγινε στην περίπτωση των φωτοβολταϊκών πάρκων όπου ύστερα από μια άνοδο στην αγορά παρουσίασαν μία αντίστοιχη πτώση με ότι αυτό συνεπάγεται. Τα πράγματα όμως πλέον δεν είναι τόσο άσχημα. Το ρίσκο επένδυσης σε ΑΠΕ πλέον είναι χαμηλό. Το περίπλοκο και δύστροπο σύστημα ειδικού λογαριασμού ΑΠΕ έχει παραμεληθεί και τα κόστη των ΑΠΕ είναι πλέον ανταγωνιστικά αρκετά, ώστε να εκτιμάται πως σε λίγο καιρό δεν θα χρειάζονται διαγωνισμοί για την απόδοση της τιμής τους. Ακόμη το απαιτούμενο κεφάλαιο έχει σταθεροποιηθεί στις ίδιες τιμές πλαίσιο με τον παγκόσμιο μέσο όρο, ενώ το 2017 αποκτήθηκε μηχανισμός ΑΠΕ με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Η τράπεζες από την άλλη, που η χρηματοδοτική τους συμβολή είναι απαραίτητη, έχουν ευνοϊκή διάθεση. Παράδειγμα αποτελεί η Τράπεζα Πειραιώς που σε περίπτωση χρηματοδότησης έργου ΑΠΕ, βασίζει την εξόφλησή της στην ταμειακή ροή, πράγμα που δημιουργεί ένα ευνοϊκό κλίμα αποπληρωμής και για τις δύο πλευρές. Ευνοϊκό είναι και το κλίμα όσον αφορά τις ξένες επενδύσεις όπου με τον κατάλληλο οικονομικοπολιτικό σχεδιασμό αποτελούν δείκτη υγείας. Ολοκληρώνοντας με το κομμάτι της αγοράς, η αλλαγή που χρειάζεται να γίνει πρέπει να γίνει ομαλά ομαλά χωρίς υπερκίνητρα, καθώς δεν υπάρχουν οι υποδομές και τα στελέχη. Πολλές φορές τα υπερκίνητρα ευθύνονται για γραφειοκρατικές καθυστερήσεις. Άλλωστε, με μία σταθερή ετήσια προσθήκη 300 με 400 MW από ΑΠΕ στο μείγμα μπορούμε να φτάσουμε τους στόχους μέχρι το 2030.

Συνεχίζοντας, σημαντικό είναι και το αποτύπωμα αρκετών εταιριών που απασχολούνται με το θέμα της ενέργειας. Η ΑΔΜΗΕ (Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας) πραγματοποίησε το 2018 επενδύσεις αξίας μισού δις ενώ προγραμματίζει μέχρι το 2027 να έχει επενδύσει άλλα 4 δις με στόχο την βελτίωση των συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας σε βαθμό που μέσα στα επόμενα χρόνια θα είναι στις κορυφαίες θέσεις στην Ευρώπη. Το δίκτυο των 2500 χιλιομέτρων της έχει εξαπλωθεί σε όλη την χώρα και αποτελείται από πυλώνες υψηλής τάσης για επαρκή παροχή ενώ έχει έτοιμο το επιχειρηματικό σχέδιο και τα στελέχη για το μεγαλύτερο έργο που θα έχει γίνει στην χώρα και περιμένει τα διαδικαστικά. Το έργο αυτό δεν είναι κανένα άλλο από την διασύνδεση της Αττικής με την Κρήτη, έργο με περιβαλλοντική και ενεργειακή σημασία αλλά και οικονομική αν σκεφτούμε πως η μη διασύνδεση τους κοστίζει 450 εκ. το χρόνο. Στο κομμάτι του φυσικού αερίου, σημαντική είναι η δουλειά της ΔΕΣΦΑ (Διαχειριστής Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου( που είναι υπεύθυνη για το εθνικό σύστημα φυσικού αερίου. Ανάμεσα στους στόχους της είναι η επωφελής διασύνδεση του ελληνικού δικτύου με τον TAP, και η συνεχείς αναβάθμιση του υπάρχοντος δικτύου.

Γενικά το ενεργειακό θέμα στην χώρα μας είναι αρκετά σύνθετο και παρά την βελτίωση που σημειώθηκε τα τελευταία χρόνια τα δύο μεγαλύτερα προβλήματα παραμένουν άλυτα, όπως και σε άλλους κλάδους γιατί όπως θα δείτε είναι αρκετά χαρακτηριστικά της οργάνωσης της χώρας. Το πρώτο είναι η γραφειοκρατία και η αργή διακυβέρνηση. Υπουργικές αποφάσεις αργούν όπως και η αδειοδότηση των έργων. Για παράδειγμα, στην περίπτωση του αιολικού πάρκου χρειάζονται 7 με 10 χρόνια για να βγει η άδεια και άλλα 3 με 4 για να εγκριθεί από την περιφέρεια. Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα είναι η ελλιπής στελέχωση των αρμόδιων υπηρεσιών αλλά και των εμπλεκόμενων. Για παράδειγμα αυτή την στιγμή στην χώρα εκκρεμούν 1000 αιτήσεις για θέματα ΑΠΕ και δεν υπάρχει κάποια ενημέρωση για το πότε ακριβώς θα απαντηθούν.

Για να έχει κάποιος μια πλήρη εικόνα του ενεργειακού θέματος της Ελλάδας χρειάζεται να έχει στο μυαλό του τα παραπάνω αλλά και ένα ακόμη στοιχείο. Δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε εμείς τον τροχό. Υπάρχουν κράτη, εταιρίες και αντίστοιχοι φορείς που έχουν επιτύχει ότι θέλουμε να επιτύχουμε και μπορούμε να εξετάσουμε τις πολιτικές που χρησιμοποίησαν. Η διάθεση υπάρχει, η οργάνωση χρειάζεται να υπάρξει και η πληροφορία βρίσκεται εκεί έξω.

Comments


bottom of page